Carl Spitzweg:
The Poor Poet (1835)
Το απόγευμα υγρό όπως όλα αυτής της Άνοιξης. Θαρρείς πως ο χειμώνας την κρατά από τα μαλλιά και δεν την αφήνει να ανθίσει. Μια μυρωδιά λουλουδιών και καυσόξυλου μπέρδευε τον νου και τις εποχές.
Κάποια βήματα ακούστηκαν στις ξύλινες σκάλες. Το εκνευριστικό τρίξιμό τους μαρτυρούσε τα χρόνια που τις ποδοπάταγαν. Ένα νευρικό χτύπημα στην πόρτα, μου χάλασε την σιέστα. Άνοιξα τα μάτια μου απότομα και για μερικά δευτερόλεπτα κράτησα την αναπνοή μου, για να συγκεντρωθώ σε τυχόν ήχους πίσω από την πόρτα. Τίποτα. Βήματα ξανακούστηκαν στις σκάλες, αυτή τη φορά αποχώρησης.
Γύρισα πλευρό και επικεντρώθηκα στον φουσκωμένο απ΄τα χρόνια τοίχο. Ο σοφάς ήταν έτοιμος να πέσει αλλά αυτό ήταν το τελευταίο που με απασχολούσε αυτή την στιγμή. Η πείνα ήταν κάτι πιο άμεσο που έπρεπε να ικανοποιηθεί. Μεσοβέζικα πράγματα. Δυο αβγά βραστά και ένα κομμάτι ψωμί, αρκούν για να κοροϊδέψω την αδυναμία μου για μερικές ώρες. Δεν θέλω να χορτάσω. Δεν μπορώ να χορτάσω.
Στρώνω πρόχειρα το κρεβάτι για να ξαναξαπλώσω. Η ανάγκη να καπνίσω γίνεται όλο και πιο έντονη, ασχέτως που απέχω από αυτό πολλά χρόνια. Πολλές φορές σκέφτομαι αν έχει νόημα να αντιστέκομαι.
Έχει αρχίσει να βρέχει. Κλείνω τα μάτια και ακούω τις στάλες. Πόσους ανθρώπους να αφορά αυτή η βροχή; Σε άλλους προκαλεί εκνευρισμό, σε άλλους θαλπωρή, βαρεμάρα, σε άλλους έμπνευση. Για μένα μια ακόμα δικαιολογία να μην βγω. Ο ήχος της κάλυψε τα βήματα στις σκάλες και αυτή την φορά άκουσα μόνο τον χτύπο στην πόρτα.
Κάποιος επιμένει. Ίσως αύριο ανοίξω... ίσως μεθαύριο...
**********
Ήταν η συμμετοχή μου στην Φωτο-Συγγραφική Σκυτάλη που επιμελείται η Μαίρη. Αφορμή έμπνευσής η φωτογραφία - πίνακας που μου έδωσε η Αλεξάνδρα και η λέξη ''αύριο''. Ευχαριστώ και τις δύο σας για την προτροπή δημιουργίας.
Με την σειρά μου δίνω και για στην Μαρία την παρακάτω φωτογραφία και λέξη.
πολυκατοικία
Καλή έμπνευση.